Η MarilynMonroeγεννήθηκε το 1926. 28 ετών πήγε στην Κορέα, όπου τραγούδησε και χόρεψε για το αμερικανικό εκστρατευτικό σώμα. Οι φαντάροι, όπως είναι φυσικό, την αποθέωσαν. Η Marilyn ήταν οπαδός του Δημοκρατικού κόμματος, που βοήθησε πολύ τις μεγάλες πολιτείες του βορά και της ανατολής κυρίως, στη χειραφέτηση των γυναικών, των εργαζομένων στο εσωτερικό της χώρας. Ήταν πολύ πιο αποφασιστικοί οι Δημοκράτες όταν έπρεπε να παρέμβουν στο εξωτερικό. Έμμεσα ή άμεσα έθεσαν υπό τον έλεγχό τους μεγάλες περιοχές της υφηλίου.
Στο μεσοδιάστημα, αφού είχε εκλεγεί πρόεδρος αλλά δεν είχε ορκιστεί ακόμα ως διάδοχος του Obama, oTrumpέδωσε μια σπάνια συνέντευξη στους απεσταλμένους του τύπου. Εκεί ερωτήθη και για τη Μέση Ανατολή. Ένα θέμα που ήρθε όπως ήταν φυσικό, στη συζήτηση, ήταν η στάση των ΗΠΑ στην περιοχή. Εκεί ο Trump με απλά επιχειρήματα, κατανοητά από όλους, είπε αυτό που χιλιάδες πανεπιστημιακοί και δημοσιογραφικοί κονδηλοφόροι παγκοσμίως δεν ετόλμησαν να ξεστομίσουν όλα αυτά τα χρόνια.
«Ναι», είπε, «οι δικτάτορες είναι κακοί (badguys) και δεν έχουν κανένα σεβασμό για τη δημιουργία ενός στοιχειώδους κράτους δικαίου. Εμείς έχουμε συνηθίσει να ζούμε μέσα σε ένα κράτος δικαίου. Είναι λογικό να αντιπαθούμε καθεστώτα όπως εκείνα του Σαντάμ, του Άσαντ ή του Καντάφι. Όμως, μετά την ανατροπή τους, τι βάλαμε στη θέση τους; Είχαμε σχέδιο; Ήταν έτοιμες αυτές οι κοινωνίες να εκλέξουν δημοκρατικές ηγεσίες; Ήταν εθνικά κράτη όπως αυτά που έχουμε συνηθίσει στη δύση;». με τέσσερις φράσεις καυτηρίασε την αμερικάνικη πολιτική στη Μέση Ανατολή, που με την εξάπλωση της Αραβικής Άνοιξης δημιούργησε, πράγματι, προϋποθέσεις για την καταστροφή των πιο προχωρημένων, κοινωνικά και θεσμικά, αραβικών κοινωνιών, τον θάνατο εκατοντάδων χιλιάδων ανθρώπων και την έξοδο, με κάθε δυνατό τρόπο, στους δρόμους της προσφυγιάς, εκατομμυρίων άλλων.
Για όλα αυτά είναι υπεύθυνη, διαδοχικά, η πολιτική ηγεσία και η διοίκηση Clintonκαι Obama, δηλαδή του Δημοκρατικού κόμματος. Ας μη μεγαλοπιανόμαστε όμως. Η Ελλάδα ακόμα και αν ξεπεράσει τη σημερινή της δημοσιονομική χρεωκοπία και εξαρτάται λιγότερο από την ελεημοσύνη των ευρωπαϊκών κυβερνήσεων και του διεθνούς νομισματικού ταμείου, ακόμα και αν αποκτήσει άλλη αξιολογότερη και πιο αξιόπιστη κυβέρνηση από το σημερινό εθνικοσοσιαλιστικό συνονθύλευμα, ακόμα και αν αναπτύξει μεγάλες πρωτοβουλίες και αφάνταστες διπλωματικές ικανότητες, δε θα γίνει ποτέ περιφερειακή μητρόπολη, μεσαία γεωπολιτική δύναμη, όπως είναι η Τουρκία.
Κάποτε είχα πει και συγκέντρωσα τότε τα πυρά της βλακώδους αριστεράς, η οποία κυριαρχεί ιδεολογικά στη χώρα μας, ότι: «το πρόβλημα στις ελληνοαμερικανικές σχέσεις δεν είναι ότι οι Αμερικανοί προσπαθούν να μας επιβάλλουν μια πολιτική αλλά ότι συνήθως αδιαφορούν για εμάς». Ποτέ δεν κουράστηκα να επισημαίνω την φράση που κατά κόρον χρησιμοποιούσαν οι Αμερικανοί για να περιγράψουν το τρίγωνο Αμερικής Τουρκίας Ελλάδας: «Με τους Τούρκους έχουμε μια στρατηγική συμμαχία (strategicalliance), οι Έλληνες είναι παλιοί, καλοί και πιστοί φίλοι (goodandfaithful, oldfriends)». Είναι προφανές προς ποια κατεύθυνση πήγαιναν οι στηρίξεις της Αμερικής, όπως τόσα χρόνια διαπιστώνουμε και στο Κυπριακό, στη ρύθμιση των σχέσεών μας στο Αιγαίο και στους εξοπλισμούς.
Χαζοχαρούμενες αντιπροσωπείες και παραπανίσιες φιλικές εκδηλώσεις και κόκκινες γραβάτες σε λαιμούς που διακήρυξαν εδώ και δυο χρόνια την επαναστατική ανεξαρτησία τους από τον αστικό λαιμοδέτη, κακό κάνουν, γιατί ενισχύουν και παγιώνουν αυτήν την αντίληψη.
Το πολύ, πολύ να τους κεράσουν οι Αμερικάνοι κανένα λουκουμάκι ή ακόμα χειρότερα ένα από τα αηδέστατα marshmallows, που μασουλάνε συνήθως σε τέτοιες περιπτώσεις.
Ένας υπεύθυνος πολιτικός ηγέτης προσέχει πολύ για να μην κάνει δικιά του την περιρρέουσα δημαγωγία. Δύο ή τρεις αιώνες πριν από την, επιτυχημένη όντως, εμφάνισή τους στη Μικρά Ασία, οι Οσμανλήδες Τούρκοι αποτελούσαν μια από τις 12 γιούρτες του σημερινού Ουζμπεκιστάν και εκινούντο νομαδικώς στην κόκκινη μηλιά (Άλμα Άτα) στα σύνορα Καζακστάν και Κίνας. Ούτε καν υποψιάζονταν την ύπαρξη μιας θάλασσας που λέγεται Αιγαίο και όλα τα άλλα αγαθά που μπορούσε να περικλείει. Οι πόλεις όμως των ελληνικών νησιών της Ιωνίας είχαν γνωρίσει αιώνες έντονης ανάπτυξης και ταραχώδους πολιτικής ζωής. Από αποικίες ελλαδικών πόλεων, που ήταν κάποτε, έγιναν οι ίδιες μητροπόλεις και έστελναν καράβια στα πέρατα της Μεσογείου για να δημιουργήσουν πια δικές τους αποικίες.
Ας σκεφτούμε λιγάκι τι θα γινόταν στην Ευρώπη αν όλοι οι λαοί άρχιζαν να αμφισβητούν τις διεθνείς συνθήκες και να θέλουν να επιβάλουν τα σύνορα της καρδιάς τους. Η γιγαντιαία Γερμανία θα διεκδικούσε κατ’ αρχήν τη Σουδητία, που είναι το ένα τρίτο ή το ένα τέταρτο της σημερινής Τσεχίας. Βέβαια, η Αυστρία θα ήθελε πίσω το γερμανόφωνο Τιρόλο, η Ισπανία θα πετούσε στη θάλασσα τους Εγγλέζους στο Γιβραλτάρ και για να έρθουμε πιο κοντά, τα Σκόπια θα είχαν διαμελιστεί, η Αλβανία πιθανότατα επίσης δεν θα υπήρχε και τεράστιας έκτασης ασκήσεις καθαρότητας θα είχαν τρομάξει τον κόσμο με την αγριότητά τους.
Αλλά γιατί να πάμε τόσο μακριά; Ας μείνουμε στα καθ’ ημάς. Το φυσιολογικό για την εξέλιξη του κυπριακού λαού, ήταν η αποκατάσταση της αρχής της αυτοδιάθεσης μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Και βεβαίως, αν ελεύθερα αποφαινόταν ο κυπριακός λαός, ήταν γνωστό πως η ένωση με την Ελλάδα θα ήταν αναπόφευκτη. Και ασφαλώς δεν υπάρχει ελληνόπουλο, που να μην περιλαμβάνει στα παιδικά του όνειρα την απελευθέρωση της Κωνσταντινούπολης από τον τουρκικό ζυγό.
Λαός δυναμικός οι Έλληνες είχαν αναπτύξει δίκτυα επηρεασμού της πραγματικότητας μέσα στην ίδια την Οθωμανική Αυτοκρατορία. Σήμερα η ηγεμονική αυτή παρουσία έχει εκμηδενιστεί. Η Γκιαούρ Ιζμίρ δεν υπάρχει πια. Ξέρουμε όμως πως τα όνειρα της καρδιάς πρέπει να ξεχνιόνται όταν αντιμετωπίζεις την πραγματικότητα. Οφείλουμε να ευχηθούμε στον κύριο Ερντογάν να ξυπνήσει όσο το δυνατόν συντομότερα.