Aug 08, 2016 09:37 pm | admin2
Ένα πάγιο και δυσεπίλυτο πρόβλημα όλων των συνταγματικών μεταρρυθμίσεων είναι η αντίφαση που προκύπτει από τη διατύπωση των άρθρων που καθιερώνουν την ανεξιθρησκία, υποτίθεται κατά το πρότυπο όλων των πολιτειών, που στηρίζονται στο δίκαιο και αναγνωρίζουν την αξιοπρέπεια και αυτοτέλεια του ατόμου σε θέματα όπως είναι η θρησκευτική πίστη. Το άρθρο 3 του υφισταμένου Συντάγματος αφορά αποκλειστικά την προστασία της ύπαρξης και των προνομίων της «Ορθόδοξης Ανατολικής Εκκλησίας του Χριστού» την οποία αποκαλεί κατά τρόπο αμφιλεγόμενο και «επικρατούσα». Μετά από μια σειρά άχρηστες λεπτομέρειες, όπως είναι ο τρόπος λειτουργίας της Ιεράς Συνόδου, ο συνταγματικός νομοθέτης αισθάνεται την ανάγκη να καθιερώσει συνταγματικά ένα εξωφρενικό προνόμιο της Αυτοκέφαλης Εκκλησίας της Ελλάδος και του Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως, που αφορά τη διατήρηση του κειμένου της Αγίας Γραφής με την αναλλοίωτη αρχική μορφή του και την απαγόρευση κάθε μετάφρασής του σε άλλο γλωσσικό τύπο χωρίς την έγκριση των δύο προαναφερόμενων ιεραρχιών.
Τη «θρησκευτική ελευθερία» υποτίθεται ότι την καθιερώνει το άρθρο 13 με ορισμένες επιφυλάξεις ωστόσο. Η παράγραφος 2 του άρθρου 13 προσδιορίζει ότι κάθε «γνωστή» θρησκεία είναι ελεύθερη και προστατεύεται. Ποια είναι «γνωστή» θρησκεία και ποιος προσδίδει αυτόν τον χαρακτηρισμό μένει ασαφές. Επίσης, στην ίδια παράγραφο ποιες λατρευτικές ενέργειες είναι δυνατόν να προσβάλλουν τη «δημόσια τάξη» ή τα «χρηστά ήθη», παραμένει εξίσου ασαφές. Για παράδειγμα θρησκευτική τελετή, η οποία επιβάλλει στην έναρξη και στη λήξη της ενδεχόμενα εναγκαλισμό μεταξύ των παρευρισκομένων και ανταλλαγή ασπασμών είναι δυνατόν να προσβάλλει τα χρηστά ήθη; Και ποίου; Του γείτονα; Του Μητροπολίτη Σεραφείμ; Της θειας μου της Αμερσούδας; Φοιτήτριας της αναρχικής οργάνωσης Ρουβίκωνας;
Το πρόβλημα με την παράγραφο αυτή επιδεινώνεται όταν στο τέλος αναφέρεται ότι ο προσηλυτισμός απαγορεύεται. Πάλι εδώ επικρατεί η πιο μεγάλη ασάφεια. Και η κατάσταση αυτή επιτρέπει στις Κυκλάδες ας πούμε να θεωρείται προσηλυτισμός η αποπλάνηση Ορθοδόξου και η μετατροπή του σε Καθολικό, ενώ αντιθέτως εορτάζεται μετά φανών και λαμπάδων και με την παρουσία όλων των αρχών οποιαδήποτε αντίστροφη κίνηση Καθολικού προς την «επικρατούσα».
Τα πρακτικά προβλήματα που δημιουργεί αυτό το συνταγματικό τουρλουμπούκι τα επιλύει η καθημερινή ζωή με την εφαρμογή της παραδοσιακής αρετής μας, που μας επέτρεψε να επιβιώσουμε μετά από τέσσερις αιώνες οθωμανική κατοχή και τυραννία. Πριν από το 1981 η άμβλωση ήταν θέμα που αφορούσε το κράτος και γενικά απαγορευόταν. Στην ίδια εποχή κλινικές εξειδικευμένες σε αυτήν την δραστηριότητα είχαν δημιουργήσει τεράστιες περιουσίες (δύο απ’ αυτούς τους κλινικάρχες ήταν βουλευτές της κεντροαριστεράς). Η Ελλάδα κατείχε την πρώτη θέση στον αριθμό αμβλώσεων ανά 1000 γυναίκες από όλες τις χώρες του ΟΟΣΑ , ο πληθυσμός κατρακυλούσε προς τη στασιμότητα και οι ορθόδοξοι ταγοί μας αγρόν ηγόραζαν.
Θέλετε και άλλο παράδειγμα; Όταν εισήχθη η δυνατότητα επιλογής μεταξύ πολιτικού και θρησκευτικού γάμου ή του συνδυασμού και των δύο από την κυβέρνηση του Ανδρέα Παπανδρέου, οι έξαλλες μετακομμουνίστριες φεμινίστριες μάς κατηγορούσαν για προδοσία και βεβαίως ΚΚΕ (Εξ. και Εσ.) καταψήφισαν τη σχετική πρόταση μαζί με τη Νέα Δημοκρατία, που δεν ήθελε να πικράνει τους ιερωμένους. Τότε η Εκκλησία είχε καταδικάσει όσους έκαναν πολιτικό γάμο, είχε απαγορεύσει το συνδυασμό των δύο μορφών συζυγικής δέσμευσης και είχε απειλήσει ότι τα παιδιά που θα αποκτούσαν μεσ’ στην αμαρτία οι συμβιώνοντες μετά από πολιτικό γάμο δεν θα μπορούν να βαφτιστούν Χριστιανοί Ορθόδοξοι. Οι ακραίοι μάς κορόιδευαν λέγοντας ότι κανείς δεν θα κάνει πολιτικό γάμο, γιατί ο ελληνικός λαός επιθυμεί τη λάμψη και τη γοητεία της θρησκευτικής τελετής. Και πραγματικά, για μερικά χρόνια, οι πολιτικοί γάμοι ήταν μονοψήφιο ποσοστό του συνόλου. Σήμερα όμως αποτελούν το 50% περίπου και κατέχουν εδώ και μερικά χρόνια σταθερά την πρώτη θέση.
Αν η Ορθόδοξη Ανατολική Εκκλησία του Χριστού θέλει να είναι πράγματι επικρατούσα, πρέπει να διεκδικήσει την πρωτοκαθεδρία με τα έργα και την πνευματική της παρουσία. Και αν οι «ριζοσπάστες» που μας κυβερνούν θέλουν να ρυθμίσουν συνταγματικά το ζήτημα ας καταργήσουν όλες αυτές τις διατάξεις, που καθιερώνουν τη θρησκευτική ανελευθερία και καταπιέζουν τις συνειδήσεις.
Η ελευθερία της θρησκευτικής συνείδησης δεν έχει ανάγκη από άλλη προστασία πέραν της πρώτης παραγράφου του άρθρου 13. Και το άρθρο 3 είναι εντελώς περιττό. Ας τολμήσουν λοιπόν τα Τσιπράκια που ναρκισσεύονται στα μέσα ενημέρωσης, των οποίων απεργάζονται την υποδούλωση. Ο κόσμος τους πήρε χαμπάρι. Το τζάμπα τελείωσε.
Jul 29, 2016 08:45 am | admin2
Το 1970, σε μια σύσκεψη πανεπιστημιακών στο εξωτερικό, έπρεπε να αντιμετωπίσουμε το φαινόμενο της απάθειας του ελληνικού λαού απέναντι στη δικτατορία, που ολοκλήρωνε αμέριμνη και πανευτυχής τον τρίτο χρόνο της ζωής της. Μικρές ομάδες, βέβαια, ανθρώπων με συνείδηση υπήρχαν και μερικές φορές ξεχώριζαν με πράξεις παράτολμες αμφισβήτησης της τυραννίας. Ο λαός όμως, στο σύνολό του σχεδόν, έμοιαζε να έχει μαγευτεί απ’ τα καταναλωτικά πρότυπα, που για πρώτη φορά εισέβαλλαν στα νεότευκτα διαμερίσματα πολυκατοικιών, που στήνονταν κατά χιλιάδες στις πόλεις και μερικές φορές και στα χωριά μας.
Μια θεωρία, που συζητήθηκε και συναντούσε αρκετή αποδοχή, ήταν η επιφανειακή φύση της δικτατορίας. Με τον καταναγκασμό και τη βία ο λαός έμενε υποταγμένος αλλά το καθεστώς δεν είχε, ούτε μπορούσε να αποκτήσει, ρίζες. Θεσμοί και κοινωνία ακολουθούσαν δυο παράλληλες τροχιές και δεν υπήρχαν συγκρούσεις μεταξύ τους, γιατί απλώς δεν υπήρχε καμιά πιθανότητα να συναντηθούν. Όταν (όπως έγινε το 1974) εξωτερικά γεγονότα ή μια τυχαία κρίση θα οδηγούσε στην ανατροπή των συνταγματαρχών ο λαός μας θα αφυπνιζόταν στολισμένος με τις καλύτερες παραδόσεις του και θα βάδιζε πάλι προς τα μπρος. Η δικτατορία δεν μπορούσε να τον διαφθείρει. Η απάθεια ήταν μια εξεζητημένη ίσως αλλά περίτεχνη μορφή αντίστασης.
Χρειάστηκε αρκετός καιρός, μετά από τη μεταπολίτευση, για να γίνει αντιληπτό πόσο οι θεωρίες αυτές ήταν λανθασμένες. Πόσο βαθιά, μέχρι το μεδούλι των κοκάλων, είχε προχωρήσει η σήψη της χουντικής αισθητικής και ιδεολογίας. Ακόμα και σήμερα, στη μια ή την άλλη γωνίτσα, σημαντικά κατάλοιπα σέρνονται στο έδαφος και ζητούν να διασωθούν και να πολλαπλασιαστούν αγγίζοντας τον τρόπο ζωής, τη νοοτροπία της νεολαίας, τη γλώσσα. Η χούντα δεν άστραψε και βρόντησε όπως το Τσερνομπίλ. Με ύπουλο τρόπο διαπότισε τα κοιτάσματα του υπεδάφους και από εκεί ανέβηκε και διεκδικεί, κάθε φορά που παρουσιάζεται ευκαιρία, τη θέση, που θεωρεί ότι της ανήκει στο καθημερινό μας γίγνεσθαι.
Παρακολούθησα με αηδία και απόγνωση, τη συζήτηση που προηγήθηκε της απόφασης της Βουλής για το εκλογικό σύστημα. Ένα κύκλος προοδευτικών βουλευτών (υπήρχαν και τέτοιοι) με την έμπνευση του Χρήστου Ροκόφυλλου, είχαν επισημάνει τη φαυλότητα και την αθλιότητα, που προηγείτο κάθε φορά μιας εκλογικής αναμέτρησης. Το πλειοψηφούν στην υπάρχουσα Βουλή κυβερνητικό κόμμα προσπαθούσε να διολισθήσει στην εξουσία χειραγωγώντας και «μαγειρεύοντας» τον εκλογικό νόμο. Αυτό γινόταν λίγο πριν από το τέλος της τετραετίας ή λίγο νωρίτερα, όταν οι δημοσκοπήσεις έφερναν κακά μαντάτα.
Μετά από μια μακρά δημόσια συζήτηση με την αξιοσημείωτη συνεισφορά πανεπιστημιακών, δημοσιογράφων και άλλων ανθρώπων του πνεύματος επεβλήθη η πρόβλεψη της παραγράφου 1 του άρθρου 54 του Συντάγματος του 2008, που λέει κατά λέξη: «Το εκλογικό σύστημα και οι εκλογικές Περιφέρειες ορίζονται με νόμο που ισχύει από τις μεθεπόμενες εκλογές,…». Επειδή όμως είμαστε στην Ελλάδα και η φαυλοκρατία, όπως η προϊστορική Λερναία Ύδρα έχει πολλά κεφάλια, συνασπίστηκε αρκετός αριθμός βουλευτών για να μετριάσει τις συνέπειες αυτής της αξιοθαύμαστης μεταρρύθμισης, προσθέτοντας μια δεύτερη φράση στην ίδια παράγραφο η οποία λέει: «…εκτός και αν προβλέπεται η ισχύς του (εκλογικού συστήματος) άμεσα από τις επόμενες εκλογές με ρητή διάταξη, που ψηφίζεται με την πλειοψηφία των δύο τρίτων του όλου αριθμού των βουλευτών.»
Εδώ και δύο μήνες, που η Κυβέρνηση άνοιξε αυτόν τον παραπλανητικό «διάλογο» για την αναθεώρηση του Συντάγματος και την αλλαγή του εκλογικού συστήματος, ζαλισμένοι σαν τα κοτόπουλα, έσπευσαν όλοι οι ηγετίσκοι των μικρών κομμάτων να πέσουν με το κεφάλι μέσα στην παγίδα, που τους είχε σκάψει ο Τσίπρας.
Εμείς, που ποτέ δε διδασκόμαστε, σπεύσαμε να μπούμε «με τα μπούνια» στη βλακώδη παραπλανητική συζήτηση. Πενήντα βουλευτές μπόνους ή μήπως τριάντα; Ή στα πιο ίσια είκοσι; Ποσοστό συμμετοχής στη Βουλή 3% ή 5% όπως στη Γερμανία ή 2%, για να μπούμε εμείς και να μείνουν οι άλλοι απ’ έξω.
Την ουσία λίγοι την πρόσεξαν. Να εφαρμοστεί η αλλαγή του εκλογικού νόμου από τις επόμενες και όχι από τις μεθεπόμενες εκλογές, να καταργηθεί η έστω και ανάπηρη προσπάθεια εκλογίκευσης του πολιτικού συστήματος. Τοιούτος γαρ ημίν έπρεπεν αρχιερεύς. Βαράτε νταούλια και ζουρνάδες, παίξτε λύρες και βιολιά και σεις φωφάκια μ’ και σταυράκια μ’ και όλα τα άλλα χορεύτε το χορό της απωλείας στο γλιστερό έδαφος, που μας πάει οχτώ χρόνια πίσω στη φαυλοκρατία. Και εσείς στιβαροί υποστηρικτές της εθνικοσοσιαλιστικής κοινοβουλευτικής ομάδας, ξεδιάντροποι κορδακιστείτε ξανά. Η τελευταία κωλοτούμπα θα είναι η ολοκλήρωση της τρισάθλιας πορείας σας.
Aug 22, 2016 11:12 am | admin2
Το άρθρο 16 του Συντάγματος είχε γίνει πανελληνίως γνωστό σαν η αιτία της αποτυχίας της προηγούμενης αναθεώρησης. Ανάλογα με την οπτική γωνία του καθενός εδρομολογείτο η κριτική. Η αφετηρία δεν ήταν ποτέ η ίδια. Οι μεν επίστευαν ότι η αναθεώρηση δεν πήγε αρκετά μακριά, οι δε ότι είχαν τεθεί θέματα διχαστικά που παρεμπόδιζαν την πρόοδο. Είναι πολύ περίεργο, αφού δεν υπήρχε καμία προϋπόθεση, αν ακούσει κανείς και τους μεν και τους δε, τι είδους διατυπώσεις εγέμισαν με μπούρδες και πομφόλυγες μιάμιση σχεδόν σελίδα του συνταγματικού κειμένου.
Δεν είμαι συνταγματολόγος και με δεδομένη την πείρα της συναναστροφής μου με μερικούς από αυτούς, δεν έχω καμιά φιλοδοξία να τους μοιάσω. Για σκεφτείτε όμως ένα άρθρο 16 που θα ήταν διατυπωμένο ως εξής:
«’Αρθρο 16: (Παιδεία, τέχνη, επιστήμη)
1. H τέχνη και η επιστήμη, η έρευνα και η διδασκαλία είναι ελεύθερες. Η ανάπτυξη και η προαγωγή τους αποτελεί υποχρέωση του Kράτους.
2. H παιδεία αποτελεί βασική αποστολή του Kράτους και έχει σκοπό την ηθική, πνευματική, επαγγελματική και φυσική αγωγή των Eλλήνων, την ανάπτυξη της εθνικής και θρησκευτικής συνείδησης και τη διάπλασή τους σε ελεύθερους και υπεύθυνους πολίτες.
3. Tα έτη υποχρεωτικής φοίτησης δεν μπορεί να είναι λιγότερα από εννέα.
4. Όλοι οι Έλληνες έχουν δικαίωμα δωρεάν παιδείας, σε όλες τις βαθμίδες της, στα κρατικά εκπαιδευτήρια.
5. H ανώτατη εκπαίδευση παρέχεται από ιδρύματα με πλήρη αυτοδιοίκηση. Τα ιδρύματα αυτά τελούν υπό την εποπτεία του Kράτους και έχουν δικαίωμα να ενισχύονται οικονομικά από αυτό.
6. O αθλητισμός τελεί υπό την προστασία και την ανώτατη εποπτεία του Kράτους.»
Αυτά είναι απαραίτητα σε συνταγματικό επίπεδο. Όλα τα άλλα είναι περιττά, γιατί είναι αυτονόητα, αμφιλεγόμενα, μπορούν να γίνουν με νόμους και κυρίως, γιατί αφορούν συντεχνιακή κάλυψη των πολιτευόμενων συνταγματολόγων, οι οποίοι δεν έχασαν την ευκαιρία να αποδείξουν στο πανελλήνιο ότι ήταν κατώτεροι των περιστάσεων.
Αν το άρθρο αυτό είχε ψηφιστεί σε αυτή τη μορφή το 2008, σήμερα θα υπήρχαν ασφαλώς ιδρύματα (κοινωφελή και όχι κερδοσκοπικά) ανωτάτης εκπαίδευσης, παγκοσμίου κύρους, που θα προσέλκυαν χιλιάδες σπουδαστές και θα μείωναν αντίστοιχα την ανά τον κόσμο αναζήτηση καλύτερης μοίρας από Έλληνες νέους.
Επιτρέψτε μου να ονειρεύομαι το Ωνάσειο Πανεπιστήμιο και το ΑΕΙ του Ιδρύματος «Σταύρος Νιάρχος», που θα ήταν φάροι γνώσης, έρευνας και επιστημονικής προόδου για όλη την Ευρώπη και τη Μέση Ανατολή και πρότυπα κοινωνικής συμβίωσης, σεβασμού του νόμου και καλαίσθητης συμπεριφοράς για όλη την κοινωνία μας. Όμως αυτό δεν μπορούσε να γίνει. Η συντήρηση αριστερή, κεντροαριστερή και κεντροδεξιά ήθελε με προεξάρχοντες τους Drei Professoren να ναυαγήσει αυτή η προσπάθεια για να καταδικαστεί η κοινωνία μας στην εξαθλίωση και να έχει την πολιτική ηγεσία που η εξαθλίωση αυτή προσδιορίζει.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου