Έχω συμμετάσχει στην ανατροφή πέντε παιδιών, τεσσάρων διαφορετικών ηλικιών. Η μεγάλη μου κόρη πλησιάζει τα 40 και η μικρή είναι 12. Ήμουν, λοιπόν, όλη μου τη ζωή σε επαφή με διαδικασίες ανατροφής και διαπαιδαγώγησης των δικών μου παιδιών ή άλλων, που υπήρχαν στον περίγυρό μας. Συμφωνώ απόλυτα με τους ειδικούς ή τις ευαίσθητες ψυχές, που συνιστούν να αποφεύγουμε τη βία ως μέθοδο ανατροφής. Η σωματική βία σπάνια έχει θετική επίδραση και επιτυγχάνει τους στόχους της, συχνότερα δίνει την εντύπωση ότι ο γονιός εκνευρίστηκε ή ικανοποιεί τον εγωισμό του. Αποδεδειγμένα έχει περισσότερα αρνητικά αποτελέσματα από ότι θετικές επιδράσεις.
Υπάρχουν, βέβαια, όρια, για να χρησιμοποιήσω μια έκφραση της μόδας «κόκκινες γραμμές», που πρέπει να τεθούν από νωρίς. Το παιδί πρέπει να μαθαίνει ότι υπάρχουν πράγματα και συμπεριφορές που δεν είναι ανεκτές. Πρέπει επίσης να ξέρει ότι ακόμα και αν κάποια φορά δεν έχει πειστεί ή δε βολεύεται με κάποια απαγόρευση, πρέπει να υπακούσει, γιατί υπάρχουν βουλήσεις που είναι ισχυρότερες από τη δικιά του και επιβάλλουν τους κανόνες του παιχνιδιού. Έτσι, σιγά, σιγά το παιδί κοινωνικοποιείται και δε μένει ανυπεράσπιστο μπροστά σε μια κοινωνία, που εκφράζει διαφορετικούς συσχετισμούς δυνάμεων από το «παραδείσιο» τεχνητό οικογενειακό περιβάλλον.
Ένα από τα θέματα, για τα οποία η ιστορία θα καταδικάσει τους σημερινούς γονείς, είναι η εφαρμογή των απωθημένων τους στην ανατροφή των παιδιών τους. Μπροστά στην αποτυχία της προώθησης γενικότερων αλλαγών προς την κατεύθυνση της δημιουργίας μιας κοινωνίας φιλικής προς τον άνθρωπο, οι «προοδευτικοί» γονείς εφάρμοσαν με μανία τις ιδεοληψίες τους πάνω στα ανυπεράσπιστα παιδιά τους, που δεν μπορούσαν αλλά και δεν ήθελαν, στην πλειοψηφία των περιπτώσεων, να αντισταθούν. Έτσι, δημιουργήθηκαν οι σημερινοί σαραντάρηδες, που μας κυβερνούν. Θρασείς και ημιμαθείς θεωρούν ότι υπάρχει έγκλημα χωρίς τιμωρία, αρκεί να έχεις σωστά επιλέξει το θύμα και να το έχεις έγκαιρα στηλιτεύσει για μια σειρά από επάρατες ιδεολογικές νόσους και αμαρτίες.
Το θέαμα του περιφερόμενου ανά την Ευρώπη και ευρύτερα Πρωθυπουργού μας είναι χαρακτηριστικό. Ο κ. Τσίπρας καταρχήν είναι μονίμως χαρούμενος, όποιες και αν είναι οι δυσκολίες που αντιμετωπίζει, χάσκει σαν να του καθαρίζουν αυγά. Ένα μέρος αυτής της αμεριμνησίας έχει σχέση με την άγνοια ή την εσφαλμένη εκτίμηση των κινδύνων και των ταλαιπωριών που θα αντιμετωπίσει. Ένα άλλο μέρος, όμως, οφείλεται στη βαθιά ριζωμένη πεποίθηση ότι υπάρχει αποκλειστικά ένα μέλλον, που με ελαφρές κινήσεις επικοινωνιακής δεξιοτεχνίας δεν μπορεί παρά να γίνει καλύτερο.
Το παιδί αυτό έζησε και μεγάλωσε μαθαίνοντας ότι υπάρχει το καλό και το καλύτερο. Δεν είχε γεννηθεί ή δεν ήταν αρκετά μεγάλος την εποχή που η Ελλάδα έβγαινε από τη ναζιστική κατοχή για να περιέλθει σχεδόν αμέσως στα δεινά του εμφύλιου σπαραγμού. Δεν είχε ζήσει τον ενθουσιασμό για τη δυναμική απόφαση προκήρυξης ένοπλου αγώνα, από το στρατηγό Γρίβα για την απελευθέρωση της Κύπρου και την ένωσή της με την Ελλάδα, για να ακολουθήσει η αγγλική καταπίεση και οι απαγχονισμοί των ηρώων. Δεν είχε ζήσει τη φυγή του Καραμανλή και την καταξίωση του φοιτητικού κινήματος μέσα από τον εκλογικό θρίαμβο του Γεωργίου Παπανδρέου για να ακολουθήσει μερικούς μήνες μετά το βασιλικό πραξικόπημα και η δικτατορία.
Για όλους αυτούς που ήρθαν στη ζωή ή ωρίμασαν μετά τη μεταπολίτευση, το χειρότερο δεν μπορούσε να υπάρξει. Ήταν νομοτελειακά προκαθορισμένο να βαδίζει το κίνημά τους και μαζί τους όλοι οι άλλοι από νίκη σε νίκη, από κορυφή σε κορυφή πάνω από νησιά και θάλασσες με επιρροή σε όλη την Ευρώπη και γιατί όχι σε όλον τον κόσμο. Ακριβώς όμως την ώρα, που το όνειρο είχε πάρει τις διαστάσεις μιας εκλογικής νίκης, άρχισαν βροχή οι σφαλιάρες*.
Όλα όμως συνηθίζονται. Εδώ και λίγο καιρό οι σφαλιάρες πέφτουν πια βροχή. Σιγά, σιγά αποθρασύνονται και άλλοι παίκτες από τους συνηθισμένους Σόιμπλε και Μέρκελ. Αρχίζει πια να ξεφτιλίζει την Ελλάδα κατά σύστημα και ο Πρόεδρος της Τσεχίας ή ένας Ούγγρος και άλλοι τέτοιοι ήσσονος σημασίας παίκτες. Κορύφωση του «φεστιβάλ της σφαλιάρας» ήταν η επίσκεψη Τσίπρα στη Σμύρνη ή Ιζμίρ, όπως επί το πολιτικώς ορθότερον την εκφωνούσαν ή ανέγραφαν τα ροζ παπαγαλάκια της κυβερνητικής προπαγάνδας. Εκεί, πέρα από το κλίμα που αποδίδουν όλες οι φωτογραφίες (ο κ. Νταβούτογλου, που δεν μπορούμε βέβαια να ακούσουμε τι λέει, προδίδει με τη στάση και τις χειρονομίες του ότι έχει αποδεχθεί πατρικό ρόλο έναντι του νεαρού Αλέξη) με το καλημέρα επήλθε η πρώτη, προφανώς προμελετημένη, τουρκική εκμετάλλευση του γεγονότος για λόγους δικής τους εσωτερικής πολιτικής. Εμοίρασαν οι Πρωθυπουργοί κόκκινα τριαντάφυλλα στις παριστάμενες δημοσιογράφους επειδή λέει ήταν η ημέρα της γυναίκας. Εικοσιτέσσερις ώρες αφού manumilitariκατελήφθησαν δύο εφημερίδες, απ’ τις πιο σημαντικές, εξυλοκοπήθηκε αγρίως το προσωπικό τους και οδηγήθηκε με χειροπέδες στη φυλακή. Την ημέρα της γυναίκας η Κυβέρνηση εξέδιδε τη «Σαμπάχ» με δικό της προσωπικό και περιεχόμενο. Για να μη μείνει χωρίς συνέπειες μια τέτοια συγκινητική στιγμή, αποφασίστηκε ότι πέραν των άλλων θα συνεργάζονται στενά και οι κρατικοί φορείς ενημέρωσης και επικοινωνίας των δύο χωρών! Ο μόνος που δεν παίρνει χαμπάρι με τίποτα είναι ο Πρωθυπουργός μας. Σαν να έχει πάρει χάπια χασκογελάει από το πρωί μέχρι το βράδυ και δε μένει παρά να του ευχηθούμε: «Περαστικά Αλέξη».
*Προτιμώ τον χυδαίο αυτόν όρο από άλλα ηχητικά που μου προσφέρονται όπως το χαριτωμένο «πατ κιουτ» ή το γυμνασιακό «σδουπ».
Κάθε φορά που ένα πολιτικό σύστημα βρίσκεται σε κρίση, κυρίως γιατί οι κυβερνώντες θέλουν να στρέψουν αλλού την προσοχή της κοινωνίας, για να κερδίσουν χρόνο περιμένοντας κάποια καλύτερη συγκυρία, ανασύρεται από κάποιους και εμφανίζεται με τυμπανοκρουσίες η ανάγκη για αναθεώρηση του Συντάγματος.
Η Ελλάδα, από την Εθνοσυνέλευση του Άστρους και μετά, είναι στην πρωτοπορία των συνταγματικών ρυθμίσεων. Στα σημεία που αναθεωρήθηκαν, με την πρωτοβουλία λαϊκών οργανώσεων, των κομμάτων, που εναλλάσσονταν στην κυβέρνηση και μεμονωμένων μελών της Βουλής έχουν γίνει ριζοσπαστικές τομές. Αυτό οφειλόταν και στην ύπαρξη μιας πλειάδας συνταγματολόγων, που είχαν κατακτήσει περίοπτη θέση στην Ευρώπη. Θυμάμαι ότι στα πρώτα βήματα μετά την ανατροπή του κομμουνισμού γειτονική χώρα, που δεν είχε σύνταγμα, ζήτησε επίσημα Έλληνας συνταγματολόγος και η ομάδα του να εγκατασταθούν στην πρωτεύουσά τους και να διαμορφώσουν το νέο πλαίσιο βασικών θεσμικών κανόνων για τη λειτουργία της νέας κοινωνίας, που έπρεπε να οικοδομήσουν.
Τι, όμως, χρησιμότητα μπορεί να έχουν προτάσεις όπως εκείνη της δημιουργίας Γερουσίας όταν στην Ελλάδα δεν υπάρχουν οι δύο ιστορικά καθιερωμένες αιτίες για ένα τέτοιο θεσμό; Η Γερουσία, όπου υπάρχει, ή διαιωνίζει την εκπροσώπηση, παράλληλα με τη Βουλή που εκφράζει τη λαϊκή κυριαρχία, προϋφιστάμενων ταξικών και οικονομικών διακρίσεων (πρόκριτοι στη Γαλλία, λόρδοι στην Αγγλία κ.ο.κ.) ή εξασφαλίζει την ισότητα αντιπροσώπευσης αποκεντρωμένων και ιστορικά καθιερωμένων διοικητικών διαιρέσεων, που προϋποθέτουν, βέβαια, ή κάποιο μέγεθος ή ετερογενείς εθνικές και γλωσσικές ομάδες (ΗΠΑ, Γερμανία, Ελβετία). Εκτός αν οι προτάσεις αυτές, που κατά κόρον είχαν υπάρξει στο πλαίσιο του πάλαι ποτέ ΠΑΣΟΚ, είχαν ως αποκλειστικό σκοπό το λάκτισμα προς τα επάνω (kickup) διαφόρων, ώστε να εξασφαλιστεί η αντικατάστασή τους από διάφορους άλλους νεώτερους.
Το Σύνταγμα από τη φύση του πρέπει να έχει μια σταθερότητα και επομένως να μην αναθεωρείται για ψύλλου πήδημα. Τελευταία ο ΣΥΡΙΖΑ, που έχει ζοριστεί και έχει πάρει την κατηφόρα, αφήνει να ακουστούν κάποιες σκέψεις αναθεώρησης. Για να μην είναι ακόμη μια φορά, μετά την τελευταία απόλυτα αποτυχημένη απόπειρα συνεργασίας ΠΑΣΟΚ και ΝΔ, η οποία έγινε αντικείμενο θρασύτατης οικειοποίησης από τους, συμπαθείς κατά τα άλλα, Κυρίους Κυρίους Προκόπη Παυλόπουλο και Ευάγγελο Βενιζέλο, πρέπει να λεχθεί έγκαιρα ότι η αναθεώρηση θα έχει νόημα μόνο αν αντιμετωπίσει ριζοσπαστικά θέματα που δεν είναι δυνατόν να ρυθμιστούν χωρίς να υπάρξει πολιτικό κόστος και σύγκρουση. Και επειδή κάτι τέτοιο δηλαδή η προσθήκη και άλλων αιτιών διαίρεσης της κοινωνίας όπως οι σχέσεις εκκλησίας και κράτους και τα ιδρύματα ιδιωτικής ανωτάτης εκπαίδευσης δεν είναι σκόπιμη, αυτήν τη στιγμή, σε όσα ήδη μας διαιρούν και μας φέρνουν σε αντίθεση, θα προτείναμε η πληθώρα των συνταγματολόγων να ασχοληθεί με την υπεράσπιση του Συντάγματος από του κινδύνους που δημιουργούν οι εχθροί της «αστικής δημοκρατίας». Βλέπετε είμαστε από αυτούς που θεωρούν ότι η δημοκρατία ή είναι αστική ή δεν υπάρχει.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου