Γράφει η ΜΑΡΙΑ ΧΑΤΖΗΔΑΚΗ ΒΑΒΟΥΡΑΝΑΚΗ για τον Αλέξη..
Τα νιάτα των παιδιών μας χάνονται καθημερινά στους δρόμους της πόλης. Γονείς θρηνούν και φίλοι κλαίνε. Εκκλησάκια φυτρώνουν παντού. Πότε εδώ, πότε εκεί, η ζωή των παιδιών μας κατάντησε τόσο φτηνή που δεν συγκινείται από τις απώλειες κανένας πλέον. Κανένας…
…ΕΚΤΟΣ ΑΠΟ ΤΑ ΙΔΙΑ ΜΑΣ ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ!!
Οδός Πάρνηθος και Σπάρτης. Θα έπρεπε να υπήρχε φανάρι εδώ δίπλα, στην Λαθέας τώρα και είκοσι χρόνια. Αλλά στην πόλη των άχρηστων, ο χρόνος μετράει αλλιώς. Έχουν «άλλα» να κάνουν και να ασχοληθούν.
Νιάτα. Από 14άρων έως λίγο μετά τα 25. Ματιές καθαρές, όμορφα πρόσωπα, άλλα με ρούχα σχολειού και άλλα με φόρμες της δουλειάς. Μαζί. Αγκαλιαστά. Δεν είναι λίγα, κάποια στιγμή θα έλεγα πως θα ήταν και τριακόσια.
Πενθούν τον φίλο τους με τον δικό τους τρόπο. Γράφουν τραγούδια και τα παίζουν στα ραδιόφωνα των αυτοκινήτων τους και η καρδιά σου γίνεται κομμάτια από τον πόνο τους. Μαρσάρουν, καίνε λάστιχα, βογκάνε τα μηχανάκια τους. Κάνουν σαματά για να τραβήξουν τη προσοχή του κόσμου στο τραγικό συμβάν που στοίχισε την ζωή του φίλου τους από ένα μεθυσμένο οδηγό, πιθανότατα Ρωσικής καταγωγής. Βράζουν και το αισθάνομαι. Η οργή τους χτυπάει κόκκινο, ο πόνος τους γίνεται θυμός λες και φιλτράρεται μέσα από την αγάπη για τον φίλο τους. Ο αέρας είναι μουντός, πνιχτός, σε λίγο θάρθει βροχή για να κλάψει μαζί τους. Και ήρθε, έστω και για λίγο.
Η κορυφαία στιγμή όμως ήταν ο ερχομός του πατέρα του παιδιού. Ο τσακισμένος νέος άνθρωπος που είδα από μακριά –γιατί δεν άντεχα να πάω κοντύτερα- είναι ένα κομμάτι σάρκα μέσα σε αίμα. Ο πόνος του κόβεται «με το μαχαίρι», σχεδόν τον βλέπεις. Ο Γιάννης που πήγε δίπλα του συγκλονίστηκε και ακόμα νοιώθει άρρωστος. Πόνος μαχαιρωτός που θα κόβει την ζωή του πατέρα του Αλέξη στα δυο για πάντα.
Σε λίγο βρέχει. Σιγά-σιγά, σαν να κλαίει η μέρα το κορμάκι του παιδιού. Μένω εκεί, δεν έχω κουράγιο να φύγω. Δεν καταλαβαίνω τίποτα, ούτε κρυώνω. Δεν νοιώθω τίποτα. Μόνο την ανάγκη να είμαι εκεί, μαζί τους.
Θα σταματήσω εδώ γιατί δεν αντέχω να γράφω άλλο. Θα πω μόνο πως όσες ώρες ήμουν εκεί –και ήταν αρκετές- ΚΑΝΕΝΑΣ ΑΠΟ ΤΟΥΣ «ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ» δεν εμφανίστηκε.
Κανείς δεν πλησίασε τα παιδιά να τους μιλήσει, να τα ακούσει, να συμμετάσχει στον πόνο τους. Κανείς. Αλλά … και ΠΟΙΟΣ να πάει δηλαδή; Μήπως υπάρχει και κανένας;
Αν σκεφτείς πως αυτές οι συσσωρευμένες τραγωδίες οφείλονται σε ελλείψεις φαναριών τρελαίνεσαι. Αν είσαι άνθρωπος βέβαια…
Όμως ειλικρινά, έρχεται μια στιγμή που όταν αποκάμεις, αποφασίζεις να πάρεις τα πράγματα στα χέρια σου και να βάλλεις τα πράγματα στην θέση τους. Να είναι σίγουροι όλοι αυτοί που παριστάνουν τους Αρχοντες πως θα έρθει η «στιγμή» τους. Και δεν θα τους αρέσει καθόλου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου